[dropcap type="round" color="#fff" background="#333" ]Τ[/dropcap]ην Τετάρτη 2 Ιουλίου 2014, οι γονείς των φετινών αποφοίτων, η διεύθυνση των Εκπαιδευτηρίων, οι καθηγητές, οι φίλοι και συμμαθητές των παιδιών από μικρότερες τάξεις παραβρέθηκαν στην τελετή αποφοίτησης και αποχαιρέτησαν τους μαθητές της Γ' Λυκείου, που έζησαν ένα μεγάλο διάστημα της ζωής τους στην αγκαλιά του σχολείου μας.
Η τελετή ξεκίνησε με την παρουσίαση των παιδιών στον προαύλιο χώρο και συνεχίστηκε με την αποχαιρετιστήρια ομιλία του κ. Παναγιώτη Βασιλειάδη, ενώ ο κ. Κώστας Βασιλειάδης ανέλαβε να σκιαγραφήσει τις ιδιάζουσες συνθήκες της σύγχρονης ελληνικής πραγματικότητας εφιστώντας την προσοχή των παιδιών στις αξιακές προτεραιότητες που αυτές απαιτούν.
Στη συνέχεια ο κ. Δημήτρης Σελέκος εκπροσωπώντας το σύλλογο διδασκόντων [modal title="αναφέρθηκε σε στιγμιότυπα της σχολικής ζωής" header=""]Κύριε Βασιλειάδη, κυρίες και κύριοι
Είναι πραγματική χαρά μου να εκπροσωπήσω σήμερα τους συναδέλφους μου μιλώντας για αυτούς και αυτές εδώ που στέκονται μπροστά μας όρθιοι και παρακαλούν από μέσα τους να μην πω πολλά, γιατί ήδη έχουν κουραστεί από τα ψηλά τακούνια και τα απανωτά φλας. Δεν θα τους λυπηθώ, βέβαια, αλλά θα τους εκδικηθώ λέγοντας αυτά που εγώ θέλω να πω, όπως θέλω να τα πω, τώρα που δεν μπορούν λόγω της στιγμής να κάνουν τίποτε! Είναι και οι γονείς μπροστά, τι θα πουν οι άνθρωποι…;
Είναι, λοιπόν, χαρά μου να βρίσκομαι σε αυτό το βήμα, τώρα που τελειώσατε, γιατί ήταν η ώρα σας να τελειώσετε. Ό,τι ήταν να σας προσφέρει το σχολειό σας το έδωσε. Πηγαίνετε για άλλα καλύτερα. Εντούτοις, δεν είναι μόνο χαρά. Είναι και συγκίνηση και λύπη μαζί. Και τούτο γιατί πρόκειται για έναν αποχωρισμό, έναν «μικρό θάνατο», από αυτούς που ζείτε συχνά οι γονείς με τα παιδιά σας. Τα παιδιά που φέρατε εδώ πριν χρόνια από το χεράκι και τα αφήσατε γεμάτοι αγωνία για την πορεία τους στο «μεγάλο σχολείο», πλέον είναι ενήλικες και φεύγουν, όχι μόνο από το σχολείο τους, αλλά αργά ή γρήγορα και από το σπίτι σας. Αλλά και εμείς, οι καθηγητές τους, ως άλλοι κηδεμόνες τους σε αυτό εδώ το σπίτι, αισθανόμαστε αναλόγως. Διότι δεν φροντίσαμε μόνο για το γνωστικό μέρος της ανάπτυξής τους, του διαβάσματος και των εξετάσεων. Φροντίσαμε ισόποσα και για τη σωστή ανάπτυξη της προσωπικότητάς τους, τη συναισθηματική τους ωρίμανση ακόμα και μέσα στο καμίνι των πανελλαδικών εξετάσεων. Βλέποντας τη δουλειά μας εντός αυτής της συνολικής προοπτικής, δεθήκαμε μαζί τους, όχι απλώς ως μαθητές κι υποψηφίους, αλλά ως ανθρώπους με ιδιαίτερα και μοναδικά χαρακτηριστικά. Είναι αυτός ο βασικός λόγος που δεν θα μπορούσα να μιλήσω για αυτούς ως σύνολο, ως ομάδα ή ως τάξη χωρίς να μην κινδυνεύσω να χάσω τις βασικές και κρίσιμες λεπτομέρειες που καθιστούν την καθεμιά και τον καθένα τους ένα όμορφο και ξεχωριστό σύμπαν. Πώς να μιλήσω με τα ίδια λόγια για τόσο διαφορετικούς μεταξύ τους ανθρώπους όπως η Δανάη και η Δήμητρα ή ο Σαράντης και η Κατερίνα ή ο Στέργιος και η Νίκη; Πώς να βάλω μαζί την Παναγιώτα και τον Παναγιώτη, τον Λεωνίδα και τη Χρύσα, την Εύα και τον Γιώργο, την Ιωάννα και την Έλενα; Θα ήταν σαν να έβαζα στο ίδιο τσουβάλι πράγματα διαφορετικά μεταξύ τους.
Παρόλα αυτά, πέρα και πάνω από τη συνήθεια της καθημερινής τριβής, υπάρχει κάτι που όλους αυτούς εδώ κι όλους εμάς εκεί μας έχει συνδέσει : λέγεται αγάπη. Ηχούν καθαρά ακόμη στα αυτιά μου τα λόγια του κ. Παναγιώτη Βασιλειάδη, το καλοκαίρι του 2001, όταν μου εμπιστευόταν τους μαθητές του σχολείου: «Να τα αγαπάς τα παιδιά, πάντα με αγάπη σε ό,τι κάνεις για αυτά». Αρχικά, παραξενεύτηκα. «Πώς να αγαπάω καθημερινά 400 νέους που ανανεώνονται ανά έτος;». Σιγά – σιγά, όμως, αντιλήφθηκα ότι θέλει προσπάθεια πολλή αυτή η «αγάπη», είναι ένας καθημερινός μόχθος και ξόδεμα να σε νοιάζει αν πορεύεται καλά ο άλλος και εσύ να είσαι συνοδοιπόρος του. Ωστόσο, τούτη εδώ η συνθήκη είναι απαραίτητη για να έχουν αυτά εδώ τα παιδιά την καλύτερη δυνατή πορεία ως μαθητές και ως ξεχωριστοί άνθρωποι.
Αγάπη, λοιπόν, από και προς τόσο διαφορετικούς ανθρώπους, σε δεκάδες διαφορετικές, καθημερινές συνάψεις και δόσεις, με τόσο πολυποίκιλες εκφάνσεις: ξέρω πολύ καλά πως ο καθένας από εμάς έχει τους δικούς του τρόπους να το δείχνει στους άλλους. Ο Γαλάνης με τα παγωμένα αστεία του, ο Βαλσαμίδης με την δύναμη της επιβολής του, ο Τάσος με το χοντρό δούλεμα της ήρεμης φωνής του, ο Παρίσης με το να προσπαθεί να αντιληφθεί τα πάντα μέσω των μαθηματικών… Εκατέρωθεν βέβαια αυτά. Δεν μπορώ ακόμα να ξεχάσω την ομάδα Κοπατσάρη, Ισίδωρου, Στέργιου και Σία, που καθημερινά στην Α’ Λυκείου μου δείχναν αγαπησιάρικα τη «συμπάθειά» τους για τα Αρχαία. Ή τις ευφυείς δικαιολογίες του Σπυρέτου, φέτος, όταν τον ρωτούσα για το πώς πάει στην Έκθεση· ή τους ανυπόφορους εναγκαλισμούς του Σαράντη.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο που σε αδρές γραμμές σκιαγράφησα, όλοι οι συνάδελφοί μου αποφύγαμε την τυποποιημένη εκπαιδευτική διαδικασία, το μάθημα μανιέρα, την αβυσσαλέα απόσταση από τον μαθητή. Κάθε ώρα, κάθε μέρα, μέσα στην τάξη, στο διάδρομο, στην εκδρομή δίναμε και παίρναμε σε κάθε ένα ξεχωριστά από τα παιδιά αυτά ό,τι καλύτερο μπορούσαμε. Έτσι, προσαρμοζόμασταν στις ανάγκες του καθενός μέσα στο πλαίσιο των απαιτήσεων της κάθε τάξης· έτσι ανανεωνόμασταν από τη ζωντάνια τους, τις δυσκολίες τους, τις παρατηρήσεις τους, τις αγωνίες τους. Αυτή η απέραντη ποικιλομορφία αντιλήψεων, στάσεων και συμπεριφορών εντός και εκτός αίθουσας, για κάθε ζήτημα, ώρες-ώρες καταργούσε και τα όρια του Διαφωτισμού : θα μπορούσα να ξεχάσω τις ανά διδακτική ώρα αμφισβητήσεις της Κατερίνας για την ποιότητα των ιστορικών πηγών που επέλεγα για να δουλέψουμε, την ίδια στιγμή που η κολλητή της, η Νοεμή, τις έβρισκε εξαιρετικές; Θα μπορούσα να ξεχάσω τις κατηγορίες του Γεωργίου ότι, δήθεν, ακολουθώ «φασιστικές πρακτικές» όταν προσπαθούσα να τους βάλω σε τάξη, την ίδια στιγμή που οι καλοί του φίλοι με επευφημούσαν για τις επιλογές μου; Ή πώς θα ξεχνούσα την μόνιμη επωδό της Κωνσταντίνας και των συν αυτής, κάθε που ξεκινούσα το μάθημα: «Αμάν, κύριε! Όποτε μπαίνετε εσείς για μάθημα μαλώνουμε μεταξύ μας!».
Κι όμως. Αυτούς εδώ, με τις ιδιαίτερες προσωπικότητές τους, τις μοναδικές και ανεπανάληπτες ιστορίες της 18χρονης ζωής τους, τολμώ και τους βάζω όλους μέσα στη ψυχρή, μεταφυσική – γενική έννοια «μαθητές», προσθέτοντας και μια μικρή ακόμη λεξούλα τριών γραμμάτων, που αντιστέκεται εξαιρετικά στην αφαίρεση των γενικών εννοιών και μας προσγειώνει στην απτή πραγματικότητα που, όπως λέει κι ο Καζαντζάκης «ζέχνει ανθρωπίλα»: τους λέω «μαθητές μου». Και τούτο, γιατί έχουν ήδη αφήσει το δικό τους, όποιο, ίχνος στη δική μου ζωή, όπως κι εγώ, ελπίζω, στη δική τους. Ίχνη, λοιπόν, που όσο περνάν τα χρόνια, θα αναμετριούνται με τη λήθη κι άλλα θα γίνουν πιο αχνά, άλλα όχι τόσο. Εκεί, όμως, σε αυτά τα ίχνη θα ξανασυναντιόμαστε αιωνίως, δηλαδή όσο διαρκεί η ζωή μας.
Η ματαιοδοξία μου, και πιστεύω και των άλλων συναδέλφων μου, για τη δουλειά που κάνουμε δεν έχει καμία σχέση με τις όποιες υλικές απολαβές, αλλά εξαντλείται σε κάτι, θα έλεγε κάποιος που δεν ξέρει, τόσο μικρό και τόσο ασήμαντο, μα τόσο σημαντικό για εμάς. Αγωνιούμε πραγματικά να δούμε στο μέλλον, μετά από χρόνια, όταν έρθει κάποια τυχαία συνάντηση στο δρόμο με τους παλιούς μαθητές μας, αγωνιούμε να δούμε αυτά τα ίχνη που αφήσαμε ο ένας στον άλλον. «Άραγε με θυμάται; Άραγε τον βοήθησα σε κάτι;».
Με αυτή την αγωνία σας αποχαιρετούμε σήμερα κύριοι και κυρίες. Καλή τύχη και καλήν αντάμωση στις μνήμες μας.[/modal] των παιδιών, ειδωμένες υπό το πρίσμα της ζεστής σχέσης που αναπτύσσεται στο σχολείο μας μεταξύ των μαθητών και των καθηγητών, απαραίτητης για την ομαλή ψυχοπνευματική ανάπτυξη των παιδιών και την ανταπόκρισή τους στις δυσκολίες των πανελλαδικών εξετάσεων.
Τέλος, αφού πήραν το λόγο και οι ίδιοι οι απόφοιτοι μαθητές σχολιάζοντας με χιούμορ και συγκίνηση το πέρασμά τους από το σχολείο, η βραδιά έκλεισε με την προβολή ταινίας, εμπνευσμένης από σημαντικά στιγμιότυπα της σχολικής τους ζωής.
Ακολούθησε η καθιερωμένη δεξίωση στο προαύλιο των Εκπαιδευτηρίων προς τιμήν των παιδιών και των προσκεκλημένων τους.
[youtube height="400" width="650" align="none"]https://www.youtube.com/watch?v=RPC3X-MJLQw[/youtube]
[clear]